Υπάρχουν συμπτώματα ενδεικτικά του καρκίνου του προστάτη;
Ο καρκίνος του προστάτη είναι ο δεύτερος πιο συχνός καρκίνος στους άνδρες και ο τέταρτος πιο συχνός καρκίνος γενικά. Αποτελεί την έκτη πιο συχνή αιτία θανάτου από καρκίνο στους άντρες παγκοσμίως και υπολογίζεται ότι περίπου ένας στους εννέα άνδρες θα εμφανίσει καρκίνο προστάτη.
Οι περισσότεροι ασθενείς (75%) είναι άνω των 65 ετών χωρίς να αποκλείεται η εμφάνιση σε μικρότερες ηλικίες. Σπάνια μπορεί να διαγνωστούν με τη νόσο και άνδρες μικρότεροι των 40 ετών. Ο σημαντικότερος προδιαθεσικός παράγοντας για καρκίνο προστάτη παραμένει η ηλικία. Άλλοι παράγοντες είναι η γεωγραφική προέλευση (Ευρώπη και Βόρεια Αμερική), η φυλή (Αφροαμερικανοί), η κληρονομικότητα (διπλάσια πιθανότητα εμφάνισης όταν συγγενής πρώτου βαθμού έχει ιστορικό καρκίνου προστάτη), η δίαιτα που βασίζεται σε ζωικό λίπος, καθώς και κάποιες γονιδιακές μεταλλάξεις που συμμετέχουν στην καρκινογένεση.
Ο προσυμπτωματικός έλεγχος περιλαμβάνει μια απλή εξέταση αίματος (μέτρηση ειδικού προστατικού αντιγόνου – PSA) και την ψηλάφηση του οργάνου (δακτυλική εξέταση) από ιατρό, για αναζήτηση πιθανής ύποπτης βλάβης. Ο περιοδικός προσυμπτωματικός έλεγχος (check up) αφορά όλους τους άνδρες ηλικίας άνω των 50 ετών. Σε ηλικίες κάτω των 50 ετών, δεν είναι απαραίτητος, αφού ο καρκίνος του προστάτη είναι σπάνιος σε νεότερους άντρες. Μόνο εάν κάποιος συγγενής πρώτου βαθμού (πατέρας, αδελφός ή τα αδέλφια των γονέων) έχει διαγνωστεί με καρκίνο προστάτη, η εξέταση του PSA είναι χρήσιμη σε ηλικία 40-50 ετών.
Το PSA είναι μία πρωτεΐνη που παράγεται μόνο από ορισμένα κύτταρα του προστάτη, απεκκρίνεται στο σπέρμα, ωστόσο ένα μέρος του είναι ανιχνεύσιμο και στο αίμα. Πρέπει να τονιστεί ότι το PSA δεν είναι καρκινικός δείκτης και για το λόγο αυτό χρησιμοποιείται ευρέως στην ανίχνευση της νόσου. Εκτός από τον καρκίνο, το PSA αυξάνεται και σε περιπτώσεις καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη, σε φλεγμονές του οργάνου, μετά από βιοψία προστάτη ή κατά την τοποθέτηση καθετήρα ή ιατρικών εργαλείων μέσα στην ουρήθρα.
Παρά τα πλεονεκτήματα της έγκαιρης διάγνωσης του καρκίνου, υπάρχουν κάποια μειονεκτήματα σχετικά με τη μέτρηση του PSA. Η εξέταση PSA σε ορισμένες περιπτώσεις καρκίνου του προστάτη δείχνει χαμηλές τιμές (περίπου το 1% των καρκίνων), ενώ, σε άλλες περιπτώσεις, οι υψηλές τιμές θα οδηγήσουν τους γιατρούς να υποβάλουν τους ασθενείς σε βιοψία, χωρίς σημαντικές πιθανότητες εύρεσης καρκίνου. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη τιμή PSA ή οποία διαχωρίζει τις φυσιολογικές από τις παθολογικές περιπτώσεις. Ο γιατρός συναξιολογεί την τιμή, την αλλαγή της τιμής σε διαδοχικές μετρήσεις, και την ηλικία του ασθενούς. Σε ορισμένες περιπτώσεις ενδείκνυται και η μέτρηση του ελεύθερου PSA ( το ολικό PSA αποτελείται από το ελεύθερο και από το συνδεδεμένο PSA). Το ποσοστό του ελεύθερου PSA είναι χαμηλότερο σε άνδρες με καρκίνο του προστάτη συγκριτικά με άνδρες χωρίς καρκίνο.
Ο εκτεταμένος προσυμπτωματικός έλεγχος του ανδρικού πληθυσμού με τη μέτρηση του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA), έχει ως αποτέλεσμα ένας μεγάλος αριθμός ασθενών να διαγιγνώσκονται σε ασυμπτωματικό στάδιο.
Τα κυριότερα συμπτώματα του καρκίνου του προστάτη σχετίζονται με δυσλειτουργία του ουροποιητικού συστήματος καθώς ο προστάτης περιβάλλει την προστατική μοίρα της ουρήθρας. Τα συμπτώματα αυτά είναι μη ειδικά και μπορεί να οφείλονται και σε άλλες καλοήθεις καταστάσεις. Μπορεί να παρατηρηθούν συχνοουρία, νυκτουρία (ούρηση κατά τη διάρκεια της νύχτας), δυσουρία (πόνος στην ούρηση) ή και αιματουρία (αίμα στα ούρα), μειωμένη ακτίνα ούρησης ενώ μπορεί ακόμα να εμφανιστούν διαταραχές στη σεξουαλική λειτουργία. Στην περίπτωση που ο καρκίνος του προστάτη συνοδεύεται από οστικές μεταστάσεις, εκδηλώνεται και με διάχυτα οστικά άλγη.
Ο ιατρός θα πρέπει να εξετάσει τον ασθενή με δακτυλική εξέταση, όπου συχνά διαπιστώνεται σκληρία, ασυμμετρία και διόγκωση του προστάτη αδένα. Το προστατικό αντιγόνο αίματος είναι αυξημένο και συνήθως υπάρχει διαταραχή του λόγου του ελεύθερου PSA προς το ολικό PSA.
Σε υποψία καρκίνου, απαιτείται περαιτέρω απεικονιστικός έλεγχος με υπερηχογράφημα προστάτη (κυρίως διορθικό) και πιθανόν μαγνητική τομογραφία. Για τη διάγνωση του καρκίνου απαιτείται βιοψία προστάτη, η οποία συνήθως γίνεται με τοπική αναισθησία μέσω ειδικού οργάνου βιοψιών και πάντοτε με τη βοήθεια υπερηχογραφικής καθοδήγησης.
Το θεραπευτικό πλάνο για τον κάθε ασθενή καθορίζεται από το στάδιο της νόσου, την ηλικία του ασθενούς και τη γενικότερη κατάσταση της υγείας του. Οι διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές συμπεριλαμβάνουν την χειρουργική εξαίρεση (προστατεκτομή), την ακτινοθεραπεία, την ορμονοθεραπεία και τη χημειοθεραπεία, πολλές φορές σε συνδυασμό.